2044/2021 Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης (Τακτική Διαδικασία), μετά από Κλήση λόγω παραπομπής από τον Άρειο Πάγο, που έκανε δεκτή την αίτηση αναίρεσης του Δημοσίου / Η απόφαση δέχθηκε τυπικά και ουσιαστικά την έφεσή μας, εξαφάνισε την εκκαλουμένη απόφαση, κράτησε την υπόθεση και δίκασε ξανά την αγωγή μας, την οποία ΕΚΑΝΕ ΕΚ ΝΕΟΥ ΔΕΚΤΗ, παρά την παραπομπή του Αρείου Πάγου / Καταδίκασε το Ελληνικό Δημόσιο στα δικαστικά έξοδα των εντολέων μας.

Μελέτη υπόθεσης: Σ. Μαυρίδης (ΔΣΘ), Θ. Δημητρίου (ΔΣΘ) / Σύνταξη προτάσεων, παρασταθείς δικηγόρος: Σ. Μαυρίδης (ΔΣΘ).

Το αντίδικό μας ελληνικό Δημόσιο άσκησε μόλις την τελευταία ημέρα της προθεσμίας, παρελκυστικά και με μοναδικό σκοπό την παρεμπόδιση στο να καταστεί αμετάκλητη η προσβαλλόμενη εφετειακή απόφαση που είχε δικαιώσει τους εντολείς μας, την από ΧΧ.ΧΧ.2010 αίτηση αναιρέσεως (αριθ. καταθ. ΧΧΧ/2010) ενώπιον του Αρείου Πάγου, επί της οποίας εκδόθηκε η με αριθμό ΧΧΧΧ/2017 απόφαση του Δικαστηρίου του Αρείου Πάγου,  Γ’ Πολιτικό Τμήμα, που αναίρεσε, για τους εκεί αναφερόμενους λόγους και αιτίες, την 2877/2007 απόφαση  του Εφετείου Θεσσαλονίκης (υπό άλλου δικηγορικού γραφείου)  και διέταξε την παραπομπή της υπόθεσης προς περαιτέρω εκδίκαση στο Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, συγκροτούμενο από άλλους Δικαστές πλην αυτών που εξέδοσαν την προσβαλλόμενη απόφαση. 

Καταθέσαμε Κλήση (μετά την παραπομπή από τον ΑΠ) κατά που αντιδίκου μας Ελληνικού Δημοσίου (πρωτοδίκως εναγομένου και μετέπειτα εφεσιβλήτου), με την οποία ζητήσαμε  να ορισθεί νέα δικάσιμος στο Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, με διαφορετική σύνθεση, για την περαιτέρω εκδίκαση της από ΧΧ-ΧΧ-2006 και με αριθμό κατάθεσης ΧΧΧ έφεσης κατά της πρωτόδικης απόφασης 174/2005 Πολ.Πρωτ. Χαλκιδικής και κατά του αντιδίκου μας, εκδικασθείσης κατά την Τακτική Διαδικασία, με σκοπό να  συζητηθεί αυτή, να γίνει δεκτή  ως έφεση, να εξαφανίσει την  με αρ. 174/2005 πρωτόδικη απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Χαλκιδικής  και, έτσι, να επικυρωθεί η  με αρ. 2877/2007 απόφαση του Εφετείου Θεσσαλονίκης, που είχε κάνει καθ’ ολοκληρία δεκτή την αγωγή των εντολέων μας. 

Στο ενδιάμεσο κερδίσαμε και τις Αντιρρήσεις κατά του Δασικού Χάρτη για το επίδικο ακίνητο ενώπιον της αρμόδιας Επιτροπής.

<<ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ:

ΔΙΚΑΖΕΙ τη με αριθμό κατάθεσης ΧΧΧ έφεση κατά της 174/2005 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Χαλκιδικής.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και ουσιαστικά την έφεση.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την εκκαλούμενη απόφαση.

ΚΡΑΤΕΙ την υπόθεση και ΔΙΚΑΖΕΙ την με αριθμό κατάθεσης ΧΧΧ αγωγή.

ΔΕΧΕΤΑΙ την αγωγή.

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ τους ενάγοντες συγκυρίους σε ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου των κάτωθι εδαφοτεμαχίων ενός μεγαλύτερου ακινήτου …

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ το Ελληνικό Δημόσιο να πληρώσει τα δικαστικά έξοδα των αντιδίκων του, αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας …>>.

ΑΟ218/2023 Β’ Μονομελούς Διοικητικού Εφετείου Λάρισας: απορρίπτει την έφεση του ασφαλιστικού φορέα κατά της πρωτόδικης απόφασης, που επίσης απέρριψε την προσφυγή του εναντίον θετικής, για τον εντολέα μας, απόφασης ΤΔΕ για χορήγηση αδειών άνευ αποδοχών χωρίς αναγγελία.

Δικηγόρος στην ένσταση της ΤΔΕ και μελέτη: Σ. Μαυρίδης (ΔΣΘ, 4474) – Δικηγόρος παρασταθείς στο Εφετείο: Κ. Χριστιάς (ΔΣΘ).

877/2023 Τριμελούς Διοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης: απέρριψε ουσία την έφεση του ΕΦΚΑ κατά της πρωτόδικης 1237/2020 Διοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, που μας δικαίωσε.

Δικηγόρος εφεσιβλήτου ασφαλισμένης / σύνταξη υπομνήματος / παρασταθείς δικηγόρος: Σ.Μαυρίδης (ΔΣΘ 4474).

Με την έφεση (σ.σ.: του ΕΦΚΑ) ζητείται η εξαφάνιση της 1237/24.2.2020 οριστικής αποφάσεως του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης (Τμήμα Β΄). 
Μετά τη συνεδρίαση το Δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη και,  αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα, σκέφθηκε κατά τον Νόμο:

1. Επειδή, με την κρινόμενη έφεση, η οποία ασκήθηκε από τον Ενιαίο Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (Ε.Φ.Κ.Α.), ως καθολικό διάδοχο του «Οργανισμού Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών» (ΟΑΕΕ), για την άσκηση, δε, της οποίας δεν απαιτείται κατά νόμον καταβολή παραβόλου, επιδιώκεται παραδεκτώς η εξαφάνιση της 1237/24.2.2020 οριστικής αποφάσεως του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης. Με την εκκαλούμενη απόφαση έγινε δεκτή προσφυγή της ήδη εφεσίβλητης κατά της 65/συν.13/21.4.2016 απόφασης της Τοπικής Διοικητικής Επιτροπής (Τ.Δ.Ε.) της Α΄ Περιφερειακής Διεύθυνσης Θεσσαλονίκης του Ο.Α.Ε.Ε., με την οποία είχε απορριφθεί ένστασή της κατά της 41/11.1.2016 απόφασης της Προϊσταμένης του Τμήματος Συντάξεως της ανωτέρω Διεύθυνσης, απορριπτικής της από 29.9.2015 αίτησής της, να της μεταβιβασθεί η σύνταξη του αποβιώσαντος συζύγου της, συνταξιούχου λόγω αναπηρίας εν ζωή του Ο.Α.Ε.Ε., με την αιτιολογία ότι δεν είχε παρέλθει πενταετία από την τέλεση του γάμου τους.

3. Επειδή, από τον συνδυασμό των προαναφερόμενων διατάξεων συνάγονται τα ακόλουθα: Με τον ν. 3863/2010 ο νομοθέτης, επιδιώκοντας να ρυθμίσει ενιαία, για όλους τους φορείς που απονέμουν σύνταξη, τις ελάχιστες κοινές προϋποθέσεις απονομής σύνταξης στον επιζώντα σύζυγο σε περίπτωση θανάτου ασφαλισμένου υπαλλήλου ή συνταξιούχου, έθεσε ως προϋπόθεση την πάροδο, από την τέλεση του γάμου έως τον θάνατο του υπαλλήλου ή του συνταξιούχου, τριών ή πέντε ετών, αντίστοιχα, και παράλληλα όρισε κοινές για όλους τους φορείς εξαιρέσεις από τον ανωτέρω κανόνα (βλ. σχετική αιτιολογική έκθεση). Επομένως, υπό την ισχύ του ν. 3863/2010, αναγκαίος κατ’ αρχήν όρος για τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού κατά μεταβίβαση δικαιώματος υπέρ του επιζώντος συζύγου θανόντος συνταξιούχου, ο οποίος είχε την ιδιότητα αυτή κατά την τέλεση του γάμου, είναι, εφόσον δεν αποκτήθηκε κατά τον γάμο τέκνο, η συμπλήρωση πλήρους πενταετούς διάρκειας έγγαμης συμβίωσης έως τον επελθόντα θάνατο του συνταξιούχου. Η προϋπόθεση αυτή έχει θεσπιστεί για να διασφαλισθούν τα συμφέροντα και η βιωσιμότητα, ενόψει της επιδεινούμενης κρίσης του ασφαλιστικού συστήματος (βλ. σχ. εισηγητική έκθεση), των ασφαλιστικών οργανισμών και κατ’ επέκταση του συνόλου των συνταξιούχων και ασφαλισμένων, με την αποτροπή τέλεσης γάμων που αποβλέπουν αποκλειστικώς στη συνταξιοδότηση του ενός συζύγου μετά τον θάνατο του άλλου και, συνεπώς, στην καταστρατήγηση των προαναφερόμενων διατάξεων. Όμως, τέτοιος κίνδυνος καταστρατήγησης δεν συντρέχει, αν έχει προηγηθεί μακροχρόνια ελεύθερη συμβίωση των μετέπειτα συζύγων, χωρίς την τέλεση γάμου, εφόσον η μη τέλεση του γάμου οφείλεται στην ύπαρξη νομικού, αποκλειστικώς, κωλύματος, ο δε γάμος τελέστηκε ευθύς μόλις εξέλιπε το κώλυμα αυτό. Στην περίπτωση αυτή, κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, η ως άνω προϋπόθεση κάμπτεται και για τη συμπλήρωση του απαιτούμενου για τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος υπέρ του επιζώντος συζύγου χρόνου της πενταετίας έγγαμου βίου μπορεί να συνυπολογισθεί και η διάρκεια της κατά τα ανωτέρω ελεύθερης συμβίωσης (πρβλ. ΣτΕ 230/2023,1636/2022, 651/2018, 2624/2018, 4072/2013, 3782/2012, 926/2011, 739/2006 7μ., 816/2003 7μ. κ.ά.). Εξάλλου, η πενταετία ως ελάχιστη διάρκεια του γάμου αποτελεί πρόσφορο χρονικό περιορισμό, ο οποίος αποσκοπεί στην αποτροπή τέλεσης εικονικών γάμων ή εν γένει γάμων με μοναδικό σκοπό τη μελλοντική συνταξιοδότηση, ο περιορισμός δε αυτός δεν είναι υπέρμετρος ούτε δυσανάλογος προς τον επιδιωκόμενο ως άνω σκοπό. Τούτο διότι, λαμβάνοντας υπόψη και τις σύγχρονες κοινωνικές συνθήκες, ιδίως τον ολοένα αυξανόμενο αριθμό γυναικών που εργάζονται εκτός οικίας αλλά και την αύξηση των διαζυγίων και κατ’ επέκταση τη μείωση του αριθμού των γάμων που διατηρούνται διά βίου, η πενταετία αποτελεί ένα εύλογο χρονικό διάστημα εντός του οποίου μπορεί να δημιουργηθεί και να παγιωθεί μία κατάσταση οικονομικής αλληλεξάρτησης των συζύγων και να διαμορφωθεί ένα οικογενειακό επίπεδο διαβίωσης που χρήζει κοινωνικοασφαλιστικής κάλυψης. Πέραν τούτου, με τις ίδιες διατάξεις προβλέπονται εξαιρέσεις από τη συμπλήρωση της πενταετούς έγγαμης συμβίωσης στην περίπτωση κατά την οποία από μικρής διάρκειας έγγαμη συμβίωση αποκτώνται (είτε με γέννηση είτε με υιοθεσία) παιδιά. Εξάλλου, από τις προπαρατεθείσες υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεις δεν απορρέει υποχρέωση του νομοθέτη να απονέμει κοινωνικοασφαλιστικές παροχές λόγω θανάτου σε κάθε πρόσωπο με το οποίο ασφαλισμένος ή συνταξιούχος διατηρεί δεσμούς αγάπης και συντροφικότητας. Περαιτέρω, ο κοινός νομοθέτης διαθέτει ευρύ περιθώριο κατά τη διαμόρφωση του εύρους της έμμεσης κοινωνικοασφαλιστικής προστασίας που παρέχεται μέσω των δημόσιων φορέων κοινωνικής ασφάλισης στα πρόσωπα που συνδέονται με τον αμέσως ασφαλισμένο, λαμβάνοντας υπόψη τις κρατούσες κοινωνικές συνθήκες και τους διαθέσιμους πόρους των φορέων αυτών. Η επιλογή δε του νομοθέτη να απονείμει με τις επίμαχες διατάξεις του άρθρου 12 του ν. 3863/2010, όπως άλλωστε και με τις προϊσχύσασες διατάξεις, σύνταξη λόγω θανάτου συνταξιούχου ή ασφαλισμένου μόνο σε πρόσωπο με το οποίο ο θανών είχε τελέσει γάμο εν ζωή (ή και σε πρόσωπο με το οποίο ο θανών είχε καταρτίσει σύμφωνο συμβίωσης κατά τα ήδη οριζόμενα στο άρθρο 16 του ν. 4387/2016), και όχι σε κάθε πρόσωπο που επικαλείται την ύπαρξη σχέσης με τα χαρακτηριστικά της ελεύθερης ένωσης με τον αποβιώσαντα, δεν συνιστά αδικαιολόγητα δυσμενή διάκριση σε βάρος του συμβιούντος σε ελεύθερη ένωση ούτε υποβάθμιση αυτού. Τούτο διότι οι τελούντες σε ελεύθερη ένωση έχουν επιλέξει μία μορφή κοινής ζωής, η οποία, σε αντίθεση προς τον θεσμό του γάμου, δεν διέπεται από συγκεκριμένο νομοθετικό πλαίσιο ούτε συνιστά δημοσίως διατυπωμένη δέσμευση για την ίδρυση μίας σχέσης με διάρκεια και την ανάληψη αμοιβαίων υποχρεώσεων διατροφής μεταξύ των συντρόφων και συμβολής στις ανάγκες ενός κοινού (συζυγικού – οικογενειακού) οίκου. Ειδικότερα, ο γάμος παραμένει ένας θεσμός ευρέως αναγνωρισμένος, ο οποίος παρέχει μία ιδιαίτερη νομική ιδιότητα σε εκείνους που τον συνάπτουν, με συνέπεια να παρίσταται δικαιολογημένη η διαφορετική μεταχείριση των έγγαμων και των τελούντων σε ελεύθερη ένωση. Ενόψει των ανωτέρω, οι διατάξεις του άρθρου 12 του ν. 3863/2010, κατά το μέρος που με αυτές τάσσεται η έγγαμη συμβίωση ως προϋπόθεση συνταξιοδότησης του επιζώντος συζύγου λόγω θανάτου του άλλου και δεν αρκεί η επίκληση και απόδειξη συμβίωσης σε ελεύθερη ένωση δεν αντίκειται στις υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεις των άρθρων 8, 12 και 14 της ΕΣΔΑ (βλ. Σ.Κ. κατά Ελλάδας, αρ. προσφ. 9957/2008).

5. …. Προς απόδειξη των ισχυρισμών της (σ.σ. η ασφαλισμένη) επικαλέστηκε και προσκόμισε πρωτοδίκως, μεταξύ άλλων: … και 8) τις ενώπιον της Ειρηνοδίκη Θεσσαλονίκης, νομοτύπως ληφθείσες, κατ’ άρθρο 185 παρ. 2 του ΚΔΔ (βλ. την …/7.3.2019 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή Σ.Κ. προς τον καθ΄ου ΕΦΚΑ), ένορκες βεβαιώσεις, στις οποίες: α) ο μάρτυρας Γ.Χ. δηλώνει ότι γνώριζε την εφεσίβλητη και τον θανόντα σύζυγό της, τουλάχιστον επί είκοσι έτη, διότι ήταν γείτονες στην … Χαλκιδικής όπου παραθέριζαν, ότι διατηρούσαν φιλικές σχέσεις και επαφές καθ΄όλη τη διάρκεια του χρόνου και όχι μόνο στις καλοκαιρινές τους διακοπές, ότι όταν γνωρίσθηκαν η εφεσίβλητη και ο θανών ζούσαν «σαν παντρεμένοι», όπως δε του εξιστόρησαν, ήδη από το έτος 1992 στο ίδιο σπίτι, ότι είχε παραστεί στο γάμο τους, που τελέσθηκε όταν εκδόθηκε το διαζύγιο του θανόντος, ότι ο λόγος που δεν παντρεύτηκαν προ του έτους 2010, ήταν η ύπαρξη προηγούμενου γάμου του τελευταίου και ότι μετά το γάμο τους συνέχισαν να ζουν μαζί στην … και β) η μάρτυρας Α.Κ. δηλώνει ότι γνώριζε την εφεσίβλητη πολλά χρόνια προ του έτους 1992, διότι είχαν εξοχικές κατοικίες στην … Χαλκιδικής και τα παιδιά τους έκαναν παρέα, ότι η εφεσίβλητη ήταν σε διάσταση με τον πρώτο της σύζυγο όταν το 1992 γνώρισε τον θανόντα, ότι έκτοτε ζούσανε μαζί σαν ζευγάρι παντρεμένο, ότι ο θανών είχε προβλήματα με τον γάμο του για το λόγο αυτό καθυστερούσε η έκδοση του διαζυγίου, αλλά μόλις λύθηκε ο γάμος αυτός παντρεύτηκε με την εφεσίβλητη, ότι ζούσαν και συμπεριφέρονταν σαν πραγματική οικογένεια, διατηρώντας κοινούς τραπεζικούς λογαριασμούς, έχοντας κοινή κοινωνική ζωή, επισκεπτόμενοι ο ένας την οικογένεια του άλλου και ότι στην … , όπου παραθέριζαν, τους θεωρούσαν ανδρόγυνο. Με τα δεδομένα αυτά, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, δέχθηκε την προσφυγή της εφεσίβλητης, με το αιτιολογικό ότι όπως προέκυψε από την αξιολόγηση του συνόλου του αποδεικτικού υλικού και ιδίως τις ένορκες μαρτυρικές καταθέσεις, η εφεσίβλητη συμβίωνε με τον αποβιώσαντα σύζυγό της επί μακρόν πριν τον γάμο τους, ο οποίος τελέστηκε μόλις εξέλιπε το σχετικό νομικό κώλυμα, καθώς και ότι ο σύζυγος της εφεσίβλητης απεβίωσε ένα μόλις μήνα πριν από τη συμπλήρωση 5 ετών από την τέλεση του γάμου τους, και έκρινε ότι η εφεσίβλητη είχε δικαίωμα να λάβει σύνταξη λόγω το θανάτου του συζύγου της, ακυρώνοντας την ως άνω απόφαση της Τ.Δ.Ε. 

7. Επειδή, λαμβάνοντας υπόψη ότι: α) σύμφωνα με όσα έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας απόφασης, σκοπός της διάταξης της παρ. 1 στοιχείο Β’ του άρθρου 12 του Ν. 3863/2010 είναι η διασφάλιση των συμφερόντων και της βιωσιμότητας των ασφαλιστικών οργανισμών και κατ’ επέκταση του συνόλου των συνταξιούχων με την αποτροπή τέλεσης γάμων, που αποβλέπουν στη συνταξιοδότηση και μόνο του ενός συζύγου μετά το θάνατο του άλλου, κατά καταστρατήγηση των κειμένων σχετικών διατάξεων, β) κίνδυνος τέτοιας καταστρατήγησης δεν συντρέχει, αν έχει προηγηθεί μακροχρόνια συμβίωση των συζύγων χωρίς την τέλεση γάμου, εφόσον όμως η μη τέλεση αυτή οφείλεται στην ύπαρξη νομικού, αποκλειστικά, κωλύματος, ο δε γάμος τελέσθηκε μόλις εξέλιπε το κώλυμα αυτό, γ) μεταξύ της τέλεσης του γάμου της εφεσίβλητης με τον αποβιώσαντα και ήδη συνταξιούχο σύζυγό της (9.9.2010) και του θανάτου του τελευταίου (9.8.2015), μεσολάβησε χρονικό διάστημα μικρότερο της πενταετίας που τάσσει ο νόμος για τη μεταβίβαση της σύνταξης σε χήρα συνταξιούχου, δηλαδή έλειπε ένας μήνας προ της συμπλήρωσης της προβλεπόμενης πενταετίας από την σύναψη του γάμου, δ) ο γάμος αυτός δεν είχε τελεστεί νωρίτερα εξαιτίας νομικού κωλύματος που εμπόδιζε την τέλεσή του, ήτοι λόγω προϋφιστάμενου γάμου του θανόντος, καθώς το διαζευκτήριο του θανόντος, από τον προηγούμενο γάμο του, εκδόθηκε στις 10.8.2010 και ο γάμος με την εφεσίβλητη, τελέστηκε αμέσως μετά την άρση του κωλύματος αυτού (σε ένα μήνα), και συνεκτιμώντας το σύνολο του αποδεικτικού υλικού και ιδίως τις προαναφερθείσες ένορκες μαρτυρικές καταθέσεις καταθέσεις, σύμφωνα με τις οποίες πριν την τέλεση του γάμου τους, είχε προηγηθεί μακρόχρονη συμβίωση της εφεσίβλητης με τον θανόντα, ήτοι συγκατοικούσαν μόνιμα και σταθερά και είχαν κοινή προσωπική και κοινωνική ζωή, το Δικαστήριο κρίνει ότι η εφεσίβλητη είχε δικαίωμα να λάβει κύρια σύνταξη λόγω του θανάτου του συζύγου της, όπως νόμιμα και ορθά αποφάνθηκε και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφασή του, όσα δε αντίθετα υποστηρίζονται με την υπό κρίση έφεση είναι απορριπτέα ως αβάσιμα

8. Επειδή, κατ’ ακολουθίαν, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη έφεση.

ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ: Απορρίπτει την έφεση.

406/2021 ΔιοικΕφ. Θεσσαλονίκης, Τμ.Α’-Ακυρωτικό (Αίτηση Ακύρωσης κατά απόφασης αναδάσωσης): δεκτή η αίτηση / ακυρώνει την απόφαση του Γ.Γ. της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μ-Θ.

Σύνταξη αίτησης ακύρωσης: Σ.Μαυρίδης και Θ.Δημητρίου (ΔΣΘ) / Σύνταξη υπομνήματος και παράσταση στο ακροατήριο: Σ.Μαυρίδης (ΔΣΘ, 4474).

3. Επειδή, η υπόθεση φέρεται προς νέα συζήτηση μετά την έκδοση της …/2020 απόφασης του Δικαστηρίου τούτου, με την οποία αναβλήθηκε η έκδοση οριστικής απόφασης, προκειμένου τα αντίδικα μέρη να εκθέσουν τις απόψεις τους επί των προσκομισθέντων από τους αιτούντες, μετά την κατά την …/2019 πρώτη συζήτηση της υποθέσεως, στοιχείων. 

4. Επειδή, ο πρώτος των αιτούντων, Σ.Σ., δεν παρέστη κατά την παρούσα δικάσιμο, είχε όμως νομιμοποιήσει τον υπογράφοντα το δικόγραφο της αιτήσεως δικηγόρο Στυλιανό Μαυρίδη, με προφορική του δήλωση στο ακροατήριο κατά τη συζήτηση της υποθέσεως στην ως άνω δικάσιμο.

6. Επειδή … επομένως, μόνη παραδεκτώς προσβαλλόμενη είναι η …/6-4-2015 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας-Θράκης (γ΄ προσβαλλόμενη πράξη), η δε κρινόμενη αίτηση, κατά το μέρος που στρέφεται κατ’ αυτής, πρέπει να θεωρηθεί ότι ασκείται εμπροθέσμως, εφόσον από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει κοινοποίησή της στους αιτούντες, ούτε τεκμαίρεται ότι οι τελευταίοι έλαβαν πλήρη γνώση της πράξης σε χρόνο προγενέστερο των 60 ημερών πριν από την άσκηση της αίτησης, ενώ εξάλλου, γνώση της πράξης δεν τεκμαίρεται από μόνη την ανάρτησή της στη «ΔΙΑΥΓΕΙΑ».

8. Επειδή, από τη συνδυασμένη ερμηνεία των προαναφερομένων διατάξεων, προκύπτει ότι στην αρμοδιότητα των ΕΠ.Ε.Α. ανήκει, κατ’ αρχήν, η κρίση περί του δασικού ή μη χαρακτήρα μίας εκτάσεως (ΣτΕ 775/2020 σκ. 8) και, επιπροσθέτως, ότι οι ΕΠ.Ε.Α. είναι αρμόδιες να αποφαίνονται για τον δασικό ή μη χαρακτήρα εκτάσεων που περιλαμβάνονται σε περιοχές που είναι κηρυγμένες ως αναδασωτέες.

9. Με την αίτησή τους οι αιτούντες ισχυρίστηκαν ότι αμφότερα τα τμήματα ήταν αγροί, καλλιεργούμενοι συνεχώς και αδιαλείπτως, επικαλούμενοι, μεταξύ άλλων, και το …/1973 έγγραφο του Δασάρχη … (που εκδόθηκε κατόπιν αιτήσεως του δικαιοπαρόχου τους Γ.Σ., ενόψει της συντάξεως των προαναφερόμενων συμβολαίων αγοραπωλησίας του ακινήτου), σύμφωνα με το οποίο έκταση … τ.μ., στην οποία περιλαμβάνονται οι επίμαχες, στη θέση «…» …, όπως διαπιστώθηκε κατόπιν αυτοψίας, είναι αγρός και όχι δασική έκταση. Με την ίδια αίτηση οι αιτούντες ζήτησαν, επικουρικά, να αρθεί η αναδάσωση, διότι, και αν ακόμη ήθελε κριθεί ότι τα συγκεκριμένα εδαφοτεμάχια καλύπτονταν από δασική βλάστηση που καταστράφηκε λόγω της ως άνω πυρκαγιάς, αυτά έχουν και πάλι δασωθεί λόγω μακροχρόνιας απουσίας των αιτούντων και, ως εκ τούτου, ο σκοπός της αναδάσωσης έχει ήδη εκπληρωθεί. Επί της ανωτέρω αιτήσεως συντάχθηκε η …/2015 αρνητική εισήγηση του Δασάρχη xxx, βάσει δε αυτής, ο ασκών καθήκοντα Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας-Θράκης εξέδωσε την …/2015 απόφαση, με την οποία απέρριψε την αίτηση, με την αιτιολογία ότι: «Δεν αίρουμε, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 44 του ν. 998/1979, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, την …/1998 απόφαση περί κήρυξης αναδάσωσης στη μείζονα έκταση εμβαδού στρ. … και δεν ανακαλούμε την αναδασωτέα ιδιότητα σε ό,τι αφορά τις εκτάσεις Ε1 και Ε2, εμβαδών Ε1= … τ.μ. και Ε2=… τ.μ., … οι οποίες αποτελούν τμήματα ευρύτερης έκτασης της εν λόγω απόφασης κήρυξης έκτασης ως αναδασωτέας, διότι δεν υφίσταται λόγος ανάκλησης ή τροποποίησής της … για οποιαδήποτε πραγματική ή νομική αιτία».

10. Επειδή, οι αιτούντες, μετά τη συζήτηση της υποθέσεως κατά την ως άνω δικάσιμο (της …/2019), εντός της χορηγηθείσης από τον Πρόεδρο προθεσμίας για την κατάθεση υπομνήματος, προσκόμισαν στη Γραμματεία του Τμήματος, τις … και …/2018 αποφάσεις της Επιτροπής Εξέτασης Αντιρρήσεων Δασικού Χάρτη της Τοπικής Κοινότητας … του Δήμου …, με τις οποίες έγιναν δεκτές, αντιστοίχως, οι … και …/2017 αντιρρήσεις τους και κρίθηκε ότι αμφότερες οι επίμαχες εκτάσεις, … με ένδειξη ΑΝ, ΔΔ, είναι μη δασικές, διότι έχουν απωλέσει τον δασικό/χορτολοβαδικό χαρακτήρα πριν τις 11-6-1975, λόγω επεμβάσεων που έλαβαν χώρα με βάση σχετική διοικητική πράξη, η οποία καλύπτεται από το τεκμήριο νομιμότητας, κατά δε τη στερεοσκοπική παρατήρηση Α/Φ έτους λήψης 1945 και 2007 φαίνεται ότι αποτελούσαν και αποτελούν μη δασικές εκτάσεις. Δεδομένου, όμως, ότι οι αποφάσεις αυτές δεν είχαν προσκομισθεί από τη Διοίκηση σε συμπλήρωση του διοικητικού φακέλου, αλλά προσκομίσθηκαν το πρώτον μετά τη συζήτηση της υποθέσεως, δεν μπορούσαν να ληφθούν υπόψη. Ενόψει τούτου, με την …/2020 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου αναβλήθηκε η εκδίκαση της υποθέσεως όσον αφορά την προσβολή της …/2015 αποφάσεως του ασκούντος καθήκοντα Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοικήσεως Μακεδονίας-Θράκης, προκειμένου τα αντίδικα μέρη να εκθέσουν τις απόψεις τους, σχετικώς με την επιρροή των ανωτέρω αποφάσεων της Επιτροπής Εξέτασης Αντιρρήσεων Δασικού Χάρτη στο αντικείμενο της δίκης, το παραδεκτό της αιτήσεως (ύπαρξη εννόμου συμφέροντος κατά τη συζήτηση της υποθέσεως) και το βάσιμο των ισχυρισμών των αιτούντων (μη δασικός χαρακτήρας των επίμαχων εκτάσεων κατά την κήρυξη της αναδασώσεως).

11. Επειδή, ήδη, οι αιτούντες προσκόμισαν εκ νέου τις … και …/2018 αποφάσεις της Επιτροπής Εξέτασης Αντιρρήσεων κατά του Δασικού Χάρτη της Τοπικής Κοινότητας xxx του Δήμου xxx, υποστηρίζοντας ότι: α) εξακολουθεί να υφίσταται το αντικείμενο της δίκης και δεν συντρέχει λόγος κατάργησης αυτής, διότι, αν και δικαιώθηκαν πλήρως για όλη τους την έκταση, ο χαρακτηρισμός της ως αναδασωτέας (με κωδικό ΑΝ) «δεν έχει αρθεί από την αρμόδια προς τούτο Περιφέρεια», β) υφίσταται και σήμερα το έννομο συμφέρον τους, καθώς μόνο με την έκδοση δικαστικής απόφασης που θα ακυρώνει τις προσβαλλόμενες πράξεις θα υποχρεωθεί η Διοίκηση να διορθώσει τον χαρακτηρισμό της έκτασης κατά τα κριθέντα από την ΕΠ.Ε.Α. και γ) με τις προσκομισθείσες αποφάσεις αποδείχθηκε το βάσιμο των ισχυρισμών τους, ότι δηλαδή οι επίμαχες εκτάσεις δεν είναι δασικές. Αντιθέτως, το Δημόσιο, σε εκτέλεση της ανωτέρω αναβλητικής απόφασης του Δικαστηρίου, προσκόμισε το …/2020 έγγραφο της Αναπληρώτριας Προϊσταμένης του Δασαρχείου xxx γίνεται και πάλι αρνητική εισήγηση αναφορικά με την άρση της …/1998 απόφασης κήρυξης αναδασωτέας έκτασης του Διευθυντή Δασών Ν. …, με την αιτιολογία ότι δεν πληρούνται οι εκ του νόμου προϋποθέσεις προς τούτο. Ειδικότερα, όπως αναφέρεται στο ως άνω έγγραφο, για την ενδεχόμενη άρση και τροποποίηση μιας πράξης αναδάσωσης ισχύουν τα προβλεπόμενα στο άρθρο 44 παρ. 4 του ν. 998/1979, όπως ισχύει, ανεξάρτητα αν η ΕΠ.Ε.Α. αποφάσισε ότι αυτή δεν αποτελούσε δάσος ή δασική είτε παλιά είτε πρόσφατα και, επιπλέον, η απόφαση αναδάσωσης αποτελεί ιδιαίτερης ισχύος διοικητική πράξη απορρέουσα από το άρθρο 117 του Συντάγματος, έχουσα την αυτοτέλειά της σε σχέση με το ειδικό καθεστώς που εισάγει για την προστασία της έκτασης στην οποία αναφέρεται. Περαιτέρω, επαναλαμβάνεται ο διαχρονικός δασικός χαρακτήρας των επίμαχων εκτάσεων, με αναφορά στη φωτοερμηνεία αεροφωτογραφιών των ετών 1945, 1960, 1980 και 1993, καθώς και ορθοφωτογραφιών έτους λήψης 2007-2009 και 2015.

12. Επειδή, κατ’ αρχάς, παρά τη θετική για τους αιτούντες έκβαση των υποβληθεισών αντιρρήσεών τους κατά του δασικού χάρτη με την έκδοση των σχετικών αποφάσεων … και …/2018 από την αρμόδια ΕΠ.Ε.Α., οι επίμαχες εκτάσεις δεν έχουν μέχρι σήμερα εξαιρεθεί από την αναδάσωση, όπως προκύπτει από το …/2020 έγγραφο του Δασαρχείου xxx, που ήδη προσκομίσθηκε στο Δικαστήριο. Επιπλέον, οι εκτάσεις αυτές διατηρούν τον χαρακτηρισμό ΑΝ, που δηλώνει αναδασωτέα έκταση, στον αναρτηθέντα δασικό χάρτη, καθόσον, κατά τα αναφερόμενα στο σώμα των εν λόγω αποφάσεων, η διόρθωση του χαρακτηρισμού ΑΝ δεν εμπίπτει στις αρμοδιότητες της ΕΠ.Ε.Α. Επομένως, οι αιτούντες διατηρούν το έννομο συμφέρον τους και η εξέταση της κρινόμενης αίτησης παρίσταται λυσιτελής … Κατόπιν τούτων, οι … και …/2018 αποφάσεις της Επιτροπής Εξέτασης Αντιρρήσεων …, που, κατ’ αποδοχή σχετικών αντιρρήσεων των αιτούντων, έκριναν ότι οι ανωτέρω εκτάσεις δεν είναι δασικές, αποτελούν νέα στοιχεία, ικανά να κλονίσουν την πραγματική βάση της …/2015 προσβαλλόμενης πράξης περί μη άρσης της αναδάσωσης ως προς αυτές και μη ανάκλησης της αναδασωτέας ιδιότητάς τους (πρβλ. ΣτΕ 5390/2012), εφόσον, όπως αναφέρθηκε στη σκέψη 8 της παρούσας, η ΕΠ.Ε.Α. έχει κατά νόμο αρμοδιότητα να αποφαίνεται για τον δασικό ή μη χαρακτήρα εκτάσεων που περιλαμβάνονται σε περιοχές που είναι κηρυγμένες ως αναδασωτέες.

13. Επειδή, υπό τα δεδομένα αυτά, η αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξης, με την οποία απορρίφθηκε η …/2015 αίτηση των αιτούντων περί ανακλήσεως της …/1998 απόφασης του Διευθυντή Δασών Νομού … όσον αφορά τις επίδικες εκτάσεις τους … έχει κλονιστεί κατά την πραγματική της βάση και, για τον λόγο αυτόν, που βασίμως προβάλλεται, πρέπει να ακυρωθεί η εν λόγω πράξη, κατ’ αποδοχή της κρινόμενης αίτησης, ενώ παρέλκει, ως αλυσιτελής, η εξέταση των λοιπών λόγων ακύρωσης. Περαιτέρω, η υπόθεση πρέπει να αναπεμφθεί στον Συντονιστή της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας – Θράκης, προκειμένου να προβεί στις απαιτούμενες κατά το άρθρο 44 παρ. 4 του ν. 998/1979 ενέργειες (βλ. άρθρο 18 παρ. 2 του ν. 3889/2010). Τέλος, πρέπει να επιβληθεί σε βάρος του Δημοσίου η δικαστική δαπάνη των αιτούντων, ανερχόμενη στο ποσό των πεντακοσίων εβδομήντα έξι (576) ευρώ.

ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ

Δέχεται την αίτηση ακύρωσης.

Ακυρώνει την …/2015 απόφαση του ασκούντος καθήκοντα Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας – Θράκης.

Αναπέμπει την υπόθεση στον Συντονιστή της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας-Θράκης, για τις νόμιμες ενέργειες κατά το σκεπτικό.

Διατάσσει την απόδοση του καταβληθέντος παραβόλου στους αιτούντες.

Επιβάλλει σε βάρος του Δημοσίου τη δικαστική δαπάνη των αιτούντων, η οποία ανέρχεται στο ποσό των πεντακοσίων εβδομήντα έξι ευρώ (576 €).