1924/2022 ΔιοικΠρ. Θεσσαλονίκης, Τμ.Ι’ Μονομελές (Προσφυγή κατά ΕΦΚΑ και κατά ΠΕΠ για μη αναγραφή 2 προσώπων, αγνώστων στοιχείων, στον Π.Π.): δεκτή η Προσφυγή / ακυρώνει την ΑΕΠ / παραπέμπει στο ΣτΕ για ακύρωση της Υ.Α.).

Σύνταξη Προσφυγής: Στέλιος Μαυρίδης (ΑΜ ΔΣΘ 4474) / Σύνταξη υπομνήματος και παράσταση στο ακροατήριο: Κωνσταντίνος Χριστιάς (ΑΜ ΔΣΘ 11307).

5. Επειδή, το κρινόμενο ένδικο βοήθημα, κατά το μέρος με το οποίο ζητείται η ακύρωση της 27397/122/19-8-2013 απόφασης του Υπουργού και του Υφυπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, όπως αυτή τροποποιήθηκε από την 8422/20/14-3-2014 κοινή υπουργική απόφαση και «όπως επαναλαμβάνεται» (κατά τα αναφερόμενα στο οικείο δικόγραφο) στην Φ.11321/11115/802/2-6-2014 κοινή υπουργική απόφαση, αποτελεί αίτηση ακύρωσης στρεφόμενη κατά κανονιστικών υπουργικών αποφάσεων και υπάγεται στη γενική ακυρωτική αρμοδιότητα του Συμβουλίου της Επικρατείας. Επομένως, το κρινόμενο ένδικο βοήθημα, κατά το ως άνω μέρος του, πρέπει να παραπεμφθεί, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 12 παρ.2 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, στο Συμβούλιο της Επικρατείας, το οποίο είναι το μόνο αρμόδιο να αποφανθεί επί του παραδεκτού του κρινόμενου ένδικου βοηθήματος, κατά το παραπεμφθέν σε αυτό μέρος. 

6. Επειδή, το κρινόμενο ένδικο βοήθημα, κατά το μέρος με το οποίο ζητείται η ακύρωση της Μxxx πράξης επιβολής προστίμου και του xxx δελτίου ελέγχου των αρμοδίων οργάνων του Π.Ε.Κ.Α. xxx του Ε.Φ.Κ.Α., αποτελεί προσφυγή, η οποία υπάγεται στην καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμοδιότητα του παρόντος Δικαστηρίου και πρέπει να εξετασθεί, περαιτέρω, ως προς τις λοιπές προϋποθέσεις του παραδεκτού της άσκησής της.

9. Επειδή, ο καθ’ ου η προσφυγή Φορέας, με την xxx έκθεση απόψεων του Αναπληρωτή Διευθυντή του xxx΄ Τοπικού Υποκαταστήματος Μισθωτών Θεσσαλονίκης, ζητεί την απόρριψη της κρινόμενης προσφυγής, κατά το μέρος με το οποίο ζητείται η ακύρωση της Μxxx πράξης επιβολής προστίμου, ως εκπρόθεσμης, προβάλλοντας ότι η πράξη αυτή απεστάλη ταχυδρομικώς στην προσφεύγουσα, λόγω όμως του ότι σχετική επιστολή επέστρεψε ως «αζήτητη», την xxx-2017 τοιχοκολλήθηκε στην πινακίδα του οικείου Υποκαταστήματος. Οι ανωτέρω ισχυρισμοί του καθ’ ου η προσφυγή Φορέα περί ταχυδρομικής αποστολής της προσβαλλόμενης πράξης επιβολής προστίμου στην προσφεύγουσα, περί επιστροφής της σχετικής επιστολής ως «αζήτητης» και περί τοιχοκόλλησης της πράξης αυτής στην πινακίδα του οικείου Υποκαταστήματος την xxx-2017 τυγχάνουν απορριπτέοι, προεχόντως, ως αναποδείκτως προβαλλόμενοι, δεδομένου ότι στον διοικητικό φάκελο δεν περιλαμβάνεται κανένα στοιχείο, εκ του οποίου να προκύπτει η ταχυδρομική αποστολή της προσβαλλόμενης πράξης επιβολής προστίμου στην προσφεύγουσα ούτε η τοιχοκόλλησή της στην πινακίδα του οικείου Υποκαταστήματος του Ε.Φ.Κ.Α. Σε κάθε δε περίπτωση, η τοιχοκόλληση της μη επιδοθείσας πράξης στην ειδική πινακίδα του οικείου Υποκαταστήματος του Ε.Φ.Κ.Α. αποτελεί στάδιο της διαδικασίας επίδοσης, μόνον όταν αύτη επιχειρείται μέσω των οργάνων του εν λόγω Φορέα, ενώ δεν εφαρμόζονται οι περί τοιχοκόλλησης διατάξεις, όταν η επίδοση ενεργείται μέσω ταχυδρομικών εταιριών, κατά τα προεκτεθέντα στη σκέψη 8 της παρούσας απόφασης. Κατόπιν τούτων και δεδομένου ότι από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου δεν προκύπτει η ημερομηνία επίδοσης της προσβαλλόμενης Μxxx πράξης επιβολής προστίμου στην προσφεύγουσα, η ίδια δε αναφέρει ότι έλαβε γνώση αυτής την 22α-3-2018, το Δικαστήριο κρίνει ότι η κρινόμενη προσφυγή, κατά το μέρος με το οποίο ζητείται η ακύρωση της ως άνω πράξης επιβολής προστίμου, ασκήθηκε εμπροθέσμως.

12. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: Η προσφεύγουσα διατηρεί επιχείρηση xxx στη Θεσσαλονίκη και επί της οδού xxx. Την xxx-2017 και ώρα xxx΄, διενεργήθηκε από αρμόδια ελεγκτικά όργανα του Π.Ε.Κ.Α. xxx του Ε.Φ.Κ.Α. επιτόπιος έλεγχος στην προαναφερθείσα επιχείρηση, κατά τον οποίο βρέθηκαν να εργάζονται ο xxx, ως μηχανικός και πωλητής, η xxx, ως υπάλληλος, και ο, ως xxx, ενώ στον χώρο της επιχείρησης βρέθηκε ο υιός της προσφεύγουσας xxx και δύο άτομα αγνώστων στοιχείων. Στο συνταχθέν σχετικώς xxx δελτίο ελέγχου αναγράφεται ότι «κατά την είσοδο του κλιμακίου ελέγχου στην επιχείρηση στην είσοδο του θεάτρου υπήρχαν δύο κυρίες. Η πρώτη κυρία, μόλις μας είδε, σηκώθηκε και ήρθε προς το μέρος μας και ρώτησε πως μπορεί να μας εξυπηρετήσει. Η δεύτερη κυρία, επίσης, όταν ρωτήθηκε αν εργάζεται, αφού πρώτα της δηλώσαμε την ιδιότητά μας, έφυγε από την επιχείρηση, μετά από παραίνεση της xxx. Επίσης, από την επιχείρηση έφυγε και η πρώτη κυρία.». Κατόπιν τούτων, εκδόθηκε η προσβαλλόμενη Μxxx πράξη επιβολής προστίμου του αρμοδίου οργάνου του Π.Ε.Κ.Α. xxx του Ε.Φ.Κ.Α., με την οποία επιβλήθηκαν σε βάρος της προσφεύγουσας δύο πρόστιμα, έκαστο ύψους 10.549,44 ευρώ και συνολικού ύψους 21.098,88 ευρώ, για τις παραβάσεις της μη αναγραφή δύο προσώπων αγνώστων στοιχείων στον πίνακα προσωπικού της επιχείρησής της.

13. Επειδή, ήδη, με την κρινόμενη προσφυγή, όπως αυτή αναπτύσσεται με το παραδεκτώς κατατεθέν την xxx-2021 υπόμνημά της, η προσφεύγουσα προβάλλει, μεταξύ άλλων, ότι δεν υφίστατο σχέση εξαρτημένης εργασίας μεταξύ αυτής και των δύο ανευρεθέντων στον χώρο της επιχείρησής της προσώπων αγνώστων στοιχείων … Προς απόδειξη δε των ανωτέρω ισχυρισμών της, η προσφεύγουσα προσκομίζει την xxx-2021 ένορκη βεβαίωση της xxx ενώπιον της αρμόδιας Ειρηνοδίκη Θεσσαλονίκης, για την οποία έχουν τηρηθεί τα προβλεπόμενα στο άρθρο 185 παρ.2 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας.

14. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου δεν αποδεικνύεται η ύπαρξη σχέσης εξαρτημένης εργασίας μεταξύ της προσφεύγουσας και των δύο ατόμων αγνώστων στοιχείων, τα οποία ανευρέθηκαν στον χώρο της επιχείρησής της κατά τη διενέργεια του από xxx-2017 επιτόπιου ελέγχου εκ μέρους των αρμοδίων οργάνων του Π.Ε.Κ.Α. xxx του Ε.Φ.Κ.Α., όπως βασίμως προβάλλεται με την κρινόμενη προσφυγή. Συγκεκριμένα, στο συνταχθέν xxx δελτίο ελέγχου αναφέρεται, σχετικά με το πρώτο άτομο αγνώστων στοιχείων, ότι βρισκόταν στην είσοδο του xxx, ότι, όταν είδε τους ελεγκτές, «σηκώθηκε και ήρθε προς το μέρος τους και ρώτησε πως μπορούσε να τους εξυπηρετήσει» και ότι εν συνεχεία αποχώρησε και, σχετικά με το δεύτερο άτομο αγνώστων στοιχείων, ότι βρισκόταν ομοίως στην είσοδο του… και ότι εν συνεχεία αποχώρησε, κατόπιν παραίνεσης υπαλλήλου της ελεγχόμενης επιχείρησης. Μόνον όμως η παρουσία των εν λόγω ατόμων στον χώρο εισόδου της ελεγχθείσας επιχείρησης και η εν συνεχεία αναχώρησή τους, χωρίς να προκύπτει ότι κατελήφθησαν να ασκούν συγκεκριμένα καθήκοντα που να προσιδιάζουν σε εργαζομένους της επιχείρησης, δεν αρκούν ώστε να στοιχειοθετηθεί ύπαρξη σχέσης εξαρτημένης εργασίας μεταξύ της προσφεύγουσας και των ατόμων αυτών (βλ. και ΜΔΕφΘεσσαλονίκης 1567/2021). Το γεγονός δε ότι μία εκ των ανωτέρω ανευρεθέντων προσώπων αγνώστων στοιχείων (ανεξαρτήτως του εάν επρόκειτο περί της xxx, όπως υποστηρίζει η προσφεύγουσα, ή όχι) πλησίασε τα αρμόδια όργανα του καθ’ ου η προσφυγή Φορέα και ρώτησε πως θα μπορούσε να τους εξυπηρετήσει, μη συνεπικουρούμενο από κανένα άλλο στοιχείο και καμία άλλη σχετική διαπίστωση, δεν αρκεί ώστε να στηριχθεί η κρίση των ελεγκτών ότι αυτή συνδεόταν με σχέση εξαρτημένης εργασίας με την προσφεύγουσα. Εξάλλου, στην προκειμένη περίπτωση, ούτε τα ανευρεθέντα αγνώστων στοιχείων πρόσωπα ούτε άλλοι εργαζόμενοι ή πελάτες της ελεγχθείσας επιχείρησης δήλωσαν ότι τα πρόσωπα αυτά διατηρούσαν εργασιακή σχέση με την προσφεύγουσα (βλ. και ΜΔΕφΘεσσαλονίκης 1567/2021). Κατόπιν τούτων και δεδομένου ότι, όπως ήδη κρίθηκε, από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου δεν αποδεικνύεται ότι τα δύο άτομα αγνώστων στοιχείων, τα οποία ανευρέθηκαν στον χώρο της επιχείρησης της προσφεύγουσας κατά τη διενέργεια του από xxx επιτόπιου ελέγχου, συνδεόταν με σχέση εξαρτημένης εργασίας με αυτήν, όπως βασίμως προβάλλεται με την κρινόμενη προσφυγή, το Δικαστήριο κρίνει ότι η προσβαλλόμενη Μxxx πράξη επιβολής προστίμου του αρμοδίου οργάνου του Π.Ε.Κ.Α. xxx του Ε.Φ.Κ.Α., με την οποία επιβλήθηκαν σε βάρος της δύο πρόστιμα, έκαστο ύψους 10.549,44 ευρώ και συνολικού ύψους 21.098,88 ευρώ, λόγω της μη αναγραφής των ανωτέρω προσώπων στον ισχύοντα πίνακα προσωπικού της επιχείρησής της, δεν είναι ορθή και νόμιμη και πρέπει να ακυρωθεί, ενώ παρέλκει ως αλυσιτελής η εξέταση των λοιπών λόγων που προβάλλονται με την υπό κρίση προσφυγή.

ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ

Δέχεται την προσφυγή, κατά το μέρος με το οποίο ζητείται η ακύρωση της Μxxx πράξης επιβολής προστίμου του αρμοδίου οργάνου του Π.Ε.Κ.Α. xxx του Ε.Φ.Κ.Α.

Ακυρώνει την Μxxx πράξη επιβολής προστίμου του αρμοδίου οργάνου του Π.Ε.Κ.Α. xxx του Ε.Φ.Κ.Α.


406/2021 ΔιοικΕφ. Θεσσαλονίκης, Τμ.Α’-Ακυρωτικό (Αίτηση Ακύρωσης κατά απόφασης αναδάσωσης): δεκτή η αίτηση / ακυρώνει την απόφαση του Γ.Γ. της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μ-Θ.

Σύνταξη αίτησης ακύρωσης: Σ.Μαυρίδης και Θ.Δημητρίου (ΔΣΘ) / Σύνταξη υπομνήματος και παράσταση στο ακροατήριο: Σ.Μαυρίδης (ΔΣΘ).

3. Επειδή, η υπόθεση φέρεται προς νέα συζήτηση μετά την έκδοση της xxx/2020 απόφασης του Δικαστηρίου τούτου, με την οποία αναβλήθηκε η έκδοση οριστικής απόφασης, προκειμένου τα αντίδικα μέρη να εκθέσουν τις απόψεις τους επί των προσκομισθέντων από τους αιτούντες, μετά την κατά την xxx/2019 πρώτη συζήτηση της υποθέσεως, στοιχείων. 

4. Επειδή, ο πρώτος των αιτούντων, Σ.Σ., δεν παρέστη κατά την παρούσα δικάσιμο, είχε όμως νομιμοποιήσει τον υπογράφοντα το δικόγραφο της αιτήσεως δικηγόρο Στυλιανό Μαυρίδη, με προφορική του δήλωση στο ακροατήριο κατά τη συζήτηση της υποθέσεως στην ως άνω δικάσιμο.

6. Επειδή … επομένως, μόνη παραδεκτώς προσβαλλόμενη είναι η xxx/6-4-2015 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας-Θράκης (γ΄ προσβαλλόμενη πράξη), η δε κρινόμενη αίτηση, κατά το μέρος που στρέφεται κατ’ αυτής, πρέπει να θεωρηθεί ότι ασκείται εμπροθέσμως, εφόσον από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει κοινοποίησή της στους αιτούντες, ούτε τεκμαίρεται ότι οι τελευταίοι έλαβαν πλήρη γνώση της πράξης σε χρόνο προγενέστερο των 60 ημερών πριν από την άσκηση της αίτησης, ενώ εξάλλου, γνώση της πράξης δεν τεκμαίρεται από μόνη την ανάρτησή της στη «ΔΙΑΥΓΕΙΑ».

8. Επειδή, από τη συνδυασμένη ερμηνεία των προαναφερομένων διατάξεων, προκύπτει ότι στην αρμοδιότητα των ΕΠ.Ε.Α. ανήκει, κατ’ αρχήν, η κρίση περί του δασικού ή μη χαρακτήρα μίας εκτάσεως (ΣτΕ 775/2020 σκ. 8) και, επιπροσθέτως, ότι οι ΕΠ.Ε.Α. είναι αρμόδιες να αποφαίνονται για τον δασικό ή μη χαρακτήρα εκτάσεων που περιλαμβάνονται σε περιοχές που είναι κηρυγμένες ως αναδασωτέες.

9. Με την αίτησή τους οι αιτούντες ισχυρίστηκαν ότι αμφότερα τα τμήματα ήταν αγροί, καλλιεργούμενοι συνεχώς και αδιαλείπτως, επικαλούμενοι, μεταξύ άλλων, και το xxx-1973 έγγραφο του Δασάρχη xxx (που εκδόθηκε κατόπιν αιτήσεως του δικαιοπαρόχου τους Γ.Σ., ενόψει της συντάξεως των προαναφερόμενων συμβολαίων αγοραπωλησίας του ακινήτου), σύμφωνα με το οποίο έκταση xxx τ.μ., στην οποία περιλαμβάνονται οι επίμαχες, στη θέση «xxx» …, όπως διαπιστώθηκε κατόπιν αυτοψίας, είναι αγρός και όχι δασική έκταση. Με την ίδια αίτηση οι αιτούντες ζήτησαν, επικουρικά, να αρθεί η αναδάσωση, διότι, και αν ακόμη ήθελε κριθεί ότι τα συγκεκριμένα εδαφοτεμάχια καλύπτονταν από δασική βλάστηση που καταστράφηκε λόγω της ως άνω πυρκαγιάς, αυτά έχουν και πάλι δασωθεί λόγω μακροχρόνιας απουσίας των αιτούντων και, ως εκ τούτου, ο σκοπός της αναδάσωσης έχει ήδη εκπληρωθεί. Επί της ανωτέρω αιτήσεως συντάχθηκε η xxx/2015 αρνητική εισήγηση του Δασάρχη xxx, βάσει δε αυτής, ο ασκών καθήκοντα Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας-Θράκης εξέδωσε την xxx/2015 απόφαση, με την οποία απέρριψε την αίτηση, με την αιτιολογία ότι: «Δεν αίρουμε, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 44 του ν. 998/1979, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, την xxx/1998 απόφαση περί κήρυξης αναδάσωσης στη μείζονα έκταση εμβαδού xxx στρ. … και δεν ανακαλούμε την αναδασωτέα ιδιότητα σε ό,τι αφορά τις εκτάσεις Ε1 και Ε2, εμβαδών Ε1= xxx τ.μ. και Ε2= xxx τ.μ., … οι οποίες αποτελούν τμήματα ευρύτερης έκτασης της εν λόγω απόφασης κήρυξης έκτασης ως αναδασωτέας, διότι δεν υφίσταται λόγος ανάκλησης ή τροποποίησής της … για οποιαδήποτε πραγματική ή νομική αιτία».

10. Επειδή, οι αιτούντες, μετά τη συζήτηση της υποθέσεως κατά την ως άνω δικάσιμο (της xxx/2019), εντός της χορηγηθείσης από τον Πρόεδρο προθεσμίας για την κατάθεση υπομνήματος, προσκόμισαν στη Γραμματεία του Τμήματος, τις xxx και xxx/2018 αποφάσεις της Επιτροπής Εξέτασης Αντιρρήσεων Δασικού Χάρτη της Τοπικής Κοινότητας xxx του Δήμου xxx, με τις οποίες έγιναν δεκτές, αντιστοίχως, οι xxx και xxx/2017 αντιρρήσεις τους και κρίθηκε ότι αμφότερες οι επίμαχες εκτάσεις, … με ένδειξη ΑΝ, ΔΔ, είναι μη δασικές, διότι έχουν απωλέσει τον δασικό/χορτολοβαδικό χαρακτήρα πριν τις 11-6-1975, λόγω επεμβάσεων που έλαβαν χώρα με βάση σχετική διοικητική πράξη, η οποία καλύπτεται από το τεκμήριο νομιμότητας, κατά δε τη στερεοσκοπική παρατήρηση Α/Φ έτους λήψης 1945 και 2007 φαίνεται ότι αποτελούσαν και αποτελούν μη δασικές εκτάσεις. Δεδομένου, όμως, ότι οι αποφάσεις αυτές δεν είχαν προσκομισθεί από τη Διοίκηση σε συμπλήρωση του διοικητικού φακέλου, αλλά προσκομίσθηκαν το πρώτον μετά τη συζήτηση της υποθέσεως, δεν μπορούσαν να ληφθούν υπόψη. Ενόψει τούτου, με την xxx/2020 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου αναβλήθηκε η εκδίκαση της υποθέσεως όσον αφορά την προσβολή της xxx/2015 αποφάσεως του ασκούντος καθήκοντα Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοικήσεως Μακεδονίας-Θράκης, προκειμένου τα αντίδικα μέρη να εκθέσουν τις απόψεις τους, σχετικώς με την επιρροή των ανωτέρω αποφάσεων της Επιτροπής Εξέτασης Αντιρρήσεων Δασικού Χάρτη στο αντικείμενο της δίκης, το παραδεκτό της αιτήσεως (ύπαρξη εννόμου συμφέροντος κατά τη συζήτηση της υποθέσεως) και το βάσιμο των ισχυρισμών των αιτούντων (μη δασικός χαρακτήρας των επίμαχων εκτάσεων κατά την κήρυξη της αναδασώσεως).

11. Επειδή, ήδη, οι αιτούντες προσκόμισαν εκ νέου τις xxx και xxx/2018 αποφάσεις της Επιτροπής Εξέτασης Αντιρρήσεων κατά του Δασικού Χάρτη της Τοπικής Κοινότητας xxx του Δήμου xxx, υποστηρίζοντας ότι: α) εξακολουθεί να υφίσταται το αντικείμενο της δίκης και δεν συντρέχει λόγος κατάργησης αυτής, διότι, αν και δικαιώθηκαν πλήρως για όλη τους την έκταση, ο χαρακτηρισμός της ως αναδασωτέας (με κωδικό ΑΝ) «δεν έχει αρθεί από την αρμόδια προς τούτο Περιφέρεια», β) υφίσταται και σήμερα το έννομο συμφέρον τους, καθώς μόνο με την έκδοση δικαστικής απόφασης που θα ακυρώνει τις προσβαλλόμενες πράξεις θα υποχρεωθεί η Διοίκηση να διορθώσει τον χαρακτηρισμό της έκτασης κατά τα κριθέντα από την ΕΠ.Ε.Α. και γ) με τις προσκομισθείσες αποφάσεις αποδείχθηκε το βάσιμο των ισχυρισμών τους, ότι δηλαδή οι επίμαχες εκτάσεις δεν είναι δασικές. Αντιθέτως, το Δημόσιο, σε εκτέλεση της ανωτέρω αναβλητικής απόφασης του Δικαστηρίου, προσκόμισε το xxx/2020 έγγραφο της Αναπληρώτριας Προϊσταμένης του Δασαρχείου xxx γίνεται και πάλι αρνητική εισήγηση αναφορικά με την άρση της xxx/1998 απόφασης κήρυξης αναδασωτέας έκτασης του Διευθυντή Δασών Ν. xxx, με την αιτιολογία ότι δεν πληρούνται οι εκ του νόμου προϋποθέσεις προς τούτο. Ειδικότερα, όπως αναφέρεται στο ως άνω έγγραφο, για την ενδεχόμενη άρση και τροποποίηση μιας πράξης αναδάσωσης ισχύουν τα προβλεπόμενα στο άρθρο 44 παρ. 4 του ν. 998/1979, όπως ισχύει, ανεξάρτητα αν η ΕΠ.Ε.Α. αποφάσισε ότι αυτή δεν αποτελούσε δάσος ή δασική είτε παλιά είτε πρόσφατα και, επιπλέον, η απόφαση αναδάσωσης αποτελεί ιδιαίτερης ισχύος διοικητική πράξη απορρέουσα από το άρθρο 117 του Συντάγματος, έχουσα την αυτοτέλειά της σε σχέση με το ειδικό καθεστώς που εισάγει για την προστασία της έκτασης στην οποία αναφέρεται. Περαιτέρω, επαναλαμβάνεται ο διαχρονικός δασικός χαρακτήρας των επίμαχων εκτάσεων, με αναφορά στη φωτοερμηνεία αεροφωτογραφιών των ετών 1945, 1960, 1980 και 1993, καθώς και ορθοφωτογραφιών έτους λήψης 2007-2009 και 2015.

12. Επειδή, κατ’ αρχάς, παρά τη θετική για τους αιτούντες έκβαση των υποβληθεισών αντιρρήσεών τους κατά του δασικού χάρτη με την έκδοση των σχετικών αποφάσεων xxx και xxx/2018 από την αρμόδια ΕΠ.Ε.Α., οι επίμαχες εκτάσεις δεν έχουν μέχρι σήμερα εξαιρεθεί από την αναδάσωση, όπως προκύπτει από το xxx/2020 έγγραφο του Δασαρχείου xxx, που ήδη προσκομίσθηκε στο Δικαστήριο. Επιπλέον, οι εκτάσεις αυτές διατηρούν τον χαρακτηρισμό ΑΝ, που δηλώνει αναδασωτέα έκταση, στον αναρτηθέντα δασικό χάρτη, καθόσον, κατά τα αναφερόμενα στο σώμα των εν λόγω αποφάσεων, η διόρθωση του χαρακτηρισμού ΑΝ δεν εμπίπτει στις αρμοδιότητες της ΕΠ.Ε.Α. Επομένως, οι αιτούντες διατηρούν το έννομο συμφέρον τους και η εξέταση της κρινόμενης αίτησης παρίσταται λυσιτελής … Κατόπιν τούτων, οι xxx και xxx/2018 αποφάσεις της Επιτροπής Εξέτασης Αντιρρήσεων xxx, που, κατ’ αποδοχή σχετικών αντιρρήσεων των αιτούντων, έκριναν ότι οι ανωτέρω εκτάσεις δεν είναι δασικές, αποτελούν νέα στοιχεία, ικανά να κλονίσουν την πραγματική βάση της xxx/2015 προσβαλλόμενης πράξης περί μη άρσης της αναδάσωσης ως προς αυτές και μη ανάκλησης της αναδασωτέας ιδιότητάς τους (πρβλ. ΣτΕ 5390/2012), εφόσον, όπως αναφέρθηκε στη σκέψη 8 της παρούσας, η ΕΠ.Ε.Α. έχει κατά νόμο αρμοδιότητα να αποφαίνεται για τον δασικό ή μη χαρακτήρα εκτάσεων που περιλαμβάνονται σε περιοχές που είναι κηρυγμένες ως αναδασωτέες.

13. Επειδή, υπό τα δεδομένα αυτά, η αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξης, με την οποία απορρίφθηκε η xxx/2015 αίτηση των αιτούντων περί ανακλήσεως της xxx/1998 απόφασης του Διευθυντή Δασών Νομού xxx όσον αφορά τις επίδικες εκτάσεις τους … έχει κλονιστεί κατά την πραγματική της βάση και, για τον λόγο αυτόν, που βασίμως προβάλλεται, πρέπει να ακυρωθεί η εν λόγω πράξη, κατ’ αποδοχή της κρινόμενης αίτησης, ενώ παρέλκει, ως αλυσιτελής, η εξέταση των λοιπών λόγων ακύρωσης. Περαιτέρω, η υπόθεση πρέπει να αναπεμφθεί στον Συντονιστή της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας – Θράκης, προκειμένου να προβεί στις απαιτούμενες κατά το άρθρο 44 παρ. 4 του ν. 998/1979 ενέργειες (βλ. άρθρο 18 παρ. 2 του ν. 3889/2010). Τέλος, πρέπει να επιβληθεί σε βάρος του Δημοσίου η δικαστική δαπάνη των αιτούντων, ανερχόμενη στο ποσό των πεντακοσίων εβδομήντα έξι (576) ευρώ.

ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ

Δέχεται την αίτηση ακύρωσης.

Ακυρώνει την xxx/2015 απόφαση του ασκούντος καθήκοντα Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας – Θράκης.

Αναπέμπει την υπόθεση στον Συντονιστή της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας-Θράκης, για τις νόμιμες ενέργειες κατά το σκεπτικό.

Διατάσσει την απόδοση του καταβληθέντος παραβόλου στους αιτούντες.

Επιβάλλει σε βάρος του Δημοσίου τη δικαστική δαπάνη των αιτούντων, η οποία ανέρχεται στο ποσό των πεντακοσίων εβδομήντα έξι ευρώ (576 €).

5112/2021 I’ ΜονΔιοικΠρωτ. Θεσσαλονίκης (προσφυγή κατά ΕΦΚΑ και εκδοθείσης ΠΕΠ): ακύρωση προστίμου 10.500,00 ευρώ για αποδιδόμενη παράβαση μη απογραφής εργαζομένου / δεκτή η Προσφυγή μας / ακύρωση Πράξης και προστίμου.

Δικηγόρος προσφεύγουσας / σύνταξη προσφυγής & υπομνήματος: Σ.Μαυρίδης (ΔΣΘ).

Επειδή: στο άρθρο 2 παρ.1 περ. α’ του α.ν. 1846/1951 «Περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων» (Α’ 179) , όπως η περίπτωση αυτή τροποποιήθηκε με την παρ.1 του άρθρου 2 του ν. 4476/1965 (Α’ 103), ορίζεται ότι: «Εις την ασφάλισιν του παρόντος νόμου υπάγονται υποχρεωτικώς και αυτοδικαίως: α) Τα πρόσωπα τα οποία εντός των ορίων της χώρας παρέχουν κατά κύριον επάγγελμα εξηρτημένην εργασίαν έναντι αμοιβής…». Με μέριμνα του εργοδότη το ένα αντίτυπο του  Πίνακα (Προσωπικού)  παραλαμβάνεται από την υπηρεσία κατάθεσης σφραγισμένο και αναρτάται σε εμφανές σημείο του τόπου εργασίας χωρίς τη στήλη των καταβαλλόμενων αποδοχών… Το άλλο παραμένει στο αρχείο της υπηρεσίας του Σ.Ε.Π.Ε. Στο αρχείο των κατατεθειμένων Πινάκων των υπηρεσιών του Σ.Ε.Π.Ε. έχει άμεση πρόσβαση η αρμόδια υπηρεσία του Ι.Κ.Α. σε κάθε περίπτωση.

Επειδή, εξάλλου, ο ν. 4554/2018 … όριζε στο άρθρο 5, όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο εν προκειμένω χρόνο, πριν από την αντικατάστασή του με το άρθρο 65 του  ν. 4635/2019 (Α’ 167/30 .10.2019), ότι: «l. Ειδικός Επιθεωρητής Εργασιακών Σχέσεων ή Επιθεωρητής Εργασιακών Σχέσεων ή ελεγκτής των Περιφερειακών Ελεγκτικών Κέντρων Ασφάλισης ή αρμόδιος υπάλληλος του Ε.Φ.Κ.Α., που διαπιστώνει τη μη αναγραφή εργαζομένου σε ισχύοντα πίνακα προσωπικού που τηρείται από τον εργοδότη, επιβάλλει στον εργοδότη πρόστιμο ποσού δέκα χιλιάδων πεντακοσίων (10.500) ευρώ για κάθε αδήλωτο εργαζόμενο, κατά  δέσμια αρμοδιότητα, χωρίς προηγούμενη πρόσκλησή του για παροχή εξηγήσεων. 2. … 3. … 4. Σε κάθε παράβαση του παρόντος άρθρου τεκμαίρεται ότι η σχέση εργασίας διήρκεσε τρεις (3) μήνες, εκτός εάν ο εργοδότης ή ο εργαζόμενος αποδείξουν διαφορετικά… Ως βάση υπολογισμού των εισφορών λαμβάνεται ο κατώτατος μισθός ή το κατώτατο ημερομίσθιο...”.

Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: Στις xxx/2019 και ώρα 19.10 διενεργήθηκε, από όργανα του Π.Ε.Κ.Α. xxx  του Ε.Φ.Κ.Α., επιτόπιος έλεγχος στην ατομική επιχείρηση της προσφεύγουσας (κατάστημα ενδυμάτων) στο xxx.. Κατά τον έλεγχο διαπιστώθηκε ότι η προσφεύγουσα δεν είχε αναγράψει σε πίνακα προσωπικού τη xxx (με ημερομηνία γέννησης xxx/2003), που βρέθηκε στο κατάστημα και θεωρήθηκε από τους ελεγκτές ως εργαζόμενη της επιχείρησης με την ειδικότητα της πωλήτριας και η οποία δήλωσε σε αυτούς ότι είναι φίλη της κόρης της ιδιοκτήτριας και την ημέρα του ελέγχου κρατούσε για λίγο το μαγαζί, διότι η ιδιοκτήτρια πήγε στα xxx για δουλειές (βλ. το συνταχθέν υπ’ αρ. xxx/2019 δελτίο ελέγχου των ως άνω οργάνων, στο οποίο αναγράφεται ως ημερομηνία πρόσληψης της εν λόγω φερόμενης ως εργαζόμενης η ημερομηνία διενέργειας του ελέγχου).

Επειδή, με την κρινόμενη Προσφυγή, που επιδόθηκε νόμιμα στο καθ’ου, … όπως οι λόγοι αυτής αναπτύσσονται με το νομίμως κατατεθέν υπόμνημά της, η προσφεύγουσα ζητεί την ακύρωση των προαναφερόμενων πράξεων, προβάλλοντας, μεταξύ άλλων, ότι δεν την συνέδεε εργασιακή σχέση με τη xxx. Ειδικότερα, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι, την ημέρα του ελέγχου, χρειάστηκε να μεταφέρει με το αυτοκίνητο την κόρη της, xxx, μαθήτρια της Α’ τάξης του Λυκείου, στα xxx, για λόγους διασκέδασης, κατόπιν παράκλησής της, η δε xxx, συμμαθήτρια και φίλη της κόρης της, προσφέρθηκε να παραμείνει η ίδια στο κατάστημα, ώστε αυτό να μην κλείσει, για να πληροφορεί τους τυχόν πελάτες για την ολιγόλεπτη απουσία της προσφεύγουσας και να τους ζητήσει να ξαναπεράσουν. Άλλωστε, κατά τα προβαλλόμενα από την προσφεύγουσα, ούτε στις προσβαλλόμενες πράξεις ούτε στην οικεία έκθεση ελέγχου αναφέρεται η συγκεκριμένη εργασία που διαπιστώθηκε να εκτελεί η xxx κατά τον χρόνο του ελέγχου, ενώ, περαιτέρω, δεν εξειδικεύεται με ποιον τρόπο τα ελεγκτικά όργανα κατέληξαν στο συμπέρασμα περί ύπαρξης σχέσης εξαρτημένης εργασίας μεταξύ της ανωτέρω και της προσφεύγουσας. Προς απόδειξη των ισχυρισμών της, επικαλείται και προσκομίζει: (α) τη ληφθείσα ένορκη βεβαίωση xxx, για  την  οποία   έχουν  τηρηθεί  τα προβλεπόμενα στο άρθρο 185 παρ. 2 του ΚΔΔ, με την οποία η μάρτυρας xxx, που, κατά δήλωσή της, διατηρεί κατάστημα  εμπορίας ανταλλακτικών  απέναντι    από    την    επιχείρηση της προσφεύγουσας, καταθέτει ότι η xxx δεν συνδεόταν με εργασιακή σχέση με την προσφεύγουσα και επιβεβαιώνει τους ισχυρισμούς της τελευταίας για το λόγο για τον οποίο η xxx βρισκόταν στην ως άνω επιχείρηση κατά το χρόνο του επίμαχου ελέγχου. Και (β) τις υπ’ αρ. xxx/2019 βεβαιώσεις σπουδών και την από xxx/2018 κατάσταση με στοιχεία μαθητών του Ημερήσιου Γενικού Λυκείου xxx, από τις οποίες προκύπτει ότι η xxx και η xxx, με όνομα μητέρας xxx, ήταν κατά το σχολικό έτος 2018 – 2019 μαθήτριες της Α’ τάξης του Λυκείου και φοιτούσαν στο τμήμα A1.

Επειδή, για να επιβληθεί σε βάρος εργοδότη πρόστιμο για μη καταχώριση εργαζόμενου σε πίνακα προσωπικού, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων που παρατέθηκαν…, θα πρέπει να διαπιστώνεται από τα όργανα του ελέγχου η απασχόληση του φερόμενου ως εργαζόμενου στην επιχείρηση του εργοδότη, καθώς ο τελευταίος υποχρεούται  να καταχωρεί στον πίνακα αυτό μόνο το προσωπικό που απασχολεί με σχέση εξαρτημένης εργασίας έναντι αμοιβής. Στην προκειμένη περίπτωση, κατά τον διενεργηθέντα στις xxx/2019 από όργανα του Π.Ε.Κ.Α. xxx έλεγχο, η xxx, ηλικίας τότε 16 ετών, δήλωσε ότι είναι φίλη της κόρης της ιδιοκτήτριας και ότι, την ημέρα του ελέγχου, βρισκόταν στο κατάστημα λόγω προσωρινής απουσίας της προσφεύγουσας στα xxx, ενώ, περαιτέρω, στο σχετικώς συνταχθέν υπ’ αρ. xxx/2019 δελτίο ελέγχου, δεν αναφέρονται τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά, από τα οποία τα ανωτέρω όργανα  συνήγαγαν  ότι η xxx, η οποία, όπως προκύπτει από τα προσκομιζόμενα από την προσφεύγουσα στοιχεία, ήταν συμμαθήτρια της κόρης της, απασχολείτο ως πωλήτρια. Με τα δεδομένα αυτά και ενόψει, περαιτέρω, του ότι η εκτίμηση των ελεγκτών περί απασχόλησης της xxx ως πωλήτριας δεν συνεπικουρείται από άλλα στοιχεία του φακέλου, αλλά περί του αντιθέτου συνηγορούν όσα βεβαιώνονται στην υπ’ αρ. xxx/2021 ένορκη βεβαίωση, το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν αποδείχτηκε ότι, κατά τον χρόνο του επίμαχου ελέγχου, η xxx παρείχε προς την προσφεύγουσα εξαρτημένη εργασία έναντι αμοιβής και, συνεπώς, η τελευταία δεν υποχρεούτο να την έχει καταχωρημένη σε πίνακα προσωπικού. Ως εκ τούτου, η προσφεύγουσα δεν υπέπεσε στην αποδιδόμενη παράβαση και, για το λόγο αυτό, βασίμως προβαλλόμενο με την κρινόμενη προσφυγή, οι προσβαλλόμεvες πράξεις πρέπει να ακυρωθούν.

Επειδή, κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη προσφυγή, να ακυρωθούν οι υπ’ αρ. xxx/2019 και xxx/2019 πράξεις του Π.Ε.Κ.Α. xxx του Ε.Φ.Κ.Α., να διαταχθεί η απόδοση του καταβληθέντος παραβόλου στην προσφεύγουσα (άρθρο 277 παρ. 9 εδ. α’ του ΚΔΔ).

1242/2021 Θ’ ΜονΔιοικΠρωτ. Θεσσαλονίκης (προσφυγή κατά ΕΦΚΑ και εκδοθείσης ΠΕΠ): ακυρώνει την Πράξη Επιβολής Προστίμου, που εκδόθηκε κατόπιν έλεγχου καταστήματος-ατομικής επιχείρησης, για: (α) μη αναγραφή εργαζόμενου στον Πίνακα Προσωπικού Ε4 και (β) μη τήρηση του ισχύοντα Πίνακα Προσωπικού (ακύρωση προστίμου 10.550,54 ευρώ + 500,00 ευρώ αντίστοιχα = 11.050,54 ευρώ).

Δικηγόρος προσφεύγοντος / σύνταξη προσφυγής / σύνταξη υπομνήματος: Στ. Μαυρίδης (ΔΣΘ).

Επειδή, με την κρινόμενη προσφυγή, για την οποία καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο, επιδιώκεται η ακύρωση της  Mxxx/2017 πράξης του αρμοδίου υπαλλήλου της Ειδικής Υπηρεσίας Ελέγχου Ασφάλισης (Ε.Υ.Π.Ε.Α.) xxx,  με την οποία επιβλήθηκε σε βάρος του προσφεύγοντος πρόστιμο συνολικού ύψους 11.050,54 ευρώ, για τις αποδιδόμενες παραβάσεις της απασχόλησης και της μη καταχώρησης μίας εργαζόμενης άνω των 25 ετών στον ισχύοντα πίνακα προσωπικού, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 20 του ν. 4255/2014 (Α΄89) και της κατ’ εξουσιοδότηση της παρ. 6 του άρθρου αυτού εκδοθείσας Φ. 11321/11115/802/02.06.2014 υπουργικής απόφασης (Β΄ 1551) και της μη τήρησης του ισχύοντος Πίνακα Προσωπικού (Ε4) και β) των 53692/2017 και 68306/2017 δελτίων έλεγχου.

Επειδή … θεσπίζεται μαχητό τεκμήριο ότι ο αναφερόμενος από τα αρμόδια όργανα ως εργαζόμενος, που δεν αναγράφεται στον πίνακα προσωπικού, συνδέεται με εργασιακή σχέση με τον εργοδότη, ο οποίος δύναται να ανατρέψει το τεκμήριο αυτό με την άσκηση της προσφυγής ενώπιον του αρμόδιου Διοικητικού Πρωτοδικείου, αποδεικνύοντας ότι δεν τον συνδέει καμία σχέση εργασίας με το πρόσωπο το οποίο το ασφαλιστικό όργανο θεώρησε ως μισθωτό του, με συνέπεια να του αποδώσει την παράβαση της εργατικής νομοθεσίας περί μη αναγραφής του στον πίνακα προσωπικού (πρβλ. ΣτΕ 2151/2017 7μ).

Επειδή, εξάλλου, στο άρθρο 171 του κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν. 2717/1999 (Α΄ 97) Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (εφεξής Κ.Δ.Δ.) ορίζεται ότι «1. Τα δημόσια έγγραφα, που έχουν συνταχθεί από το αρμόδιο όργανο και κατά τους νόμιμους τύπους, αποτελούν πλήρη απόδειξη για όσα βεβαιώνεται σε αυτά, είτε ότι ενήργησε ο συντάκτης τους είτε ότι έγιναν ενώπιόν του, ως προς τα οποία είναι δυνατή η ανταπόδειξη μόνο εφ’ όσον τα έγγραφα αυτά προσβληθούν ως πλαστά. 2. … 3. Κατά τα λοιπά το περιεχόμενο των δημόσιων εγγράφων, καθώς και όλο το περιεχόμενο των ιδιωτικών, εκτιμάται σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 148. … 4. … 5. … 6. …». Κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, η συντασσόμενη από το αρμόδιο δημόσιο όργανο έκθεση ελέγχου αποτελεί δημόσιο έγγραφο, ως προς τα γενόμενα, όμως, μόνον από τον συντάξαντα αυτήν ή ενώπιόν του, ως προς τα οποία και μόνον η βεβαίωση στην εν λόγω έκθεση αποτελεί πλήρη απόδειξη. Αντιθέτως, δεν μπορούν να θεωρηθούν ως δημόσιο έγγραφο, όσα το ανωτέρω πρόσωπο διαπίστωσε κατά την άσκηση του ελεγκτικού του έργου αναφορικά με τα ανωτέρω γεγονότα, πολλώ δε μάλλον οι σχετικές εκτιμήσεις, οι κρίσεις και τα συμπεράσματα αυτού, ως προς τα οποία τα δικαστήρια εκτιμούν ελευθέρως την έκθεση ελέγχου, χωρίς να δεσμεύονται από αυτήν (βλ. Σ.τ.Ε.  1233/ 2019, 2563/2016,  1639,  1315/2014, 4216/2013, 377/2007). 

Ήδη, με την κρινόμενη προσφυγή, ο προσφεύγων αμφισβητεί τη νομιμότητα της ανωτέρω πράξης επιβολής προστίμου και ζητά την ακύρωσή της. Αντίθετα, η διάδικη αρχή, με την xxx έκθεση απόψεων, ζητά την απόρριψη της κρινόμενης προσφυγής … Ο προσφεύγων προβάλλει ότι η προσβαλλόμενη πράξη εκδόθηκε κατά εσφαλμένη εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών. Ειδικότερα, ισχυρίζεται ότι κατά τον χρόνο του ελέγχου ουδεμία εργασιακή σχέση τον συνέδεε με την xxx, η οποία προσελήφθη σε μεταγενέστερο χρόνο στην επιχείρηση, κατόπιν χορήγησης της απαιτούμενης άδειας διαμονής για εξαιρετικούς λόγους, η οποία εκκρεμούσε … Προς απόδειξη των ισχυρισμών του επικαλείται και προσκομίζει, μεταξύ άλλων, τα εξής έγγραφα στοιχεία:

Επειδή, σύμφωνα με όσα έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά στην πέμπτη σκέψη, οι κρίσεις και τα συμπεράσματα που δι,ατυπώνονται σε εκθέσεις ελέγχου από τα διοικητικά όργανα που διενεργούν έλεγχο στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους, εκτιμώνται ελευθέρως από τα διοικητικά δικαστήρια (Δ.Εφ.Αθ. 989/2020, Δ.Εφ.Θεσ. 987/2020). Περαιτέρω, στην προκείμενη περίπτωση, στο xxx/2017 δελτίο ελέγχου των αρμόδιων οργάνων της ΕΥΠΕΑ xxx, αναγράφεται το όνομα της xxx με την ένδειξη «λάντζα», χωρίς να εξειδικεύεται από ποια πραγματικά περιστατικά συνήγαγαν την ύπαρξη σχέσης εξαρτημένης εργασίας, δυνάμει της οποίας αυτός εκτελούσε καθήκοντα εργαζομένου (βλ. Δ.Εφ.Αθ. 3850/2018). Εξάλλου, η υπογραφή του εν λόγω δελτίου ελέγχου από την xxx, δεν έχει την έννοια ότι αυτή συνομολόγησε την ύπαρξη σχέσης εξαρτημένης εργασίας με τον προσφεύγοντα (Δ.Εφ.Πατρ. 297/2019), δεδομένου ότι δεν συνοδεύεται και από αντίστοιχη δήλωσή της για το καθεστώς απασχόλησής του (πλήρες ή μειωμένο ωράριο και ημέρες εργασίας), ενώ και η αναγραφόμενη ημερομηνία πρόσληψής της συμπίπτει με την ημερομηνία του ελέγχου. Πρόσθετα, κατά τον χρόνο του ελέγχου βρέθηκαν νομότυπα καταχωρημένοι οκτώ εργαζόμενοι, μεταξύ των οποίων και μισθωτή απασχολούμενη στην κατηγορία «Λάντζα», ενώ η εκτίμηση των ελεγκτών δεν συνεπικουρείται από άλλα στοιχεία του φακέλου, όπως μαρτυρίες υπαλλήλων όμορων επιχειρήσεων, προγενέστερες ή μεταγενέστερες εκθέσεις ελέγχου, στις οποίες να αναγράφεται ότι είχε βρεθεί και πάλι απασχολούμενη (Δ.ΕφΘεσ. 752/2020, Δ.Εφ.Λαρ. 14/2020, Δ.Εφ.Αθ. 4210/2019). Με τα δεδομένα αυτά, το Δικαστήριο κρίνει ότι εν προκειμένω, δεν αποδεικνύεται ότι η xxx εργαζόταν, κατά τον κρίσιμο χρόνο, με σχέση εξαρτημένης εργασίας στην επιχείρηση του προσφεύγοντα και επομένως, ο τελευταίος δεν είχε υποχρέωση να την καταχωρήσει στο σχετικό Πίνακα Προσωπικού και δεν υπέπεσε στις αποδιδόμενες παραβάσεις. Συνεπώς, μη νομίμως με την προσβαλλόμενη πράξη καταλογίσθηκε σε βάρος του το ένδικο πρόστιμο και για το λόγο αυτό που βασίμως προβάλλεται, πρέπει να ακυρωθεί. 

Κατ’ ακολουθίαν, η κρινόμενη προσφυγή πρέπει να γίνει δεκτήνα ακυρωθεί η προσβαλλόμενη πράξη, να διαταχθεί η απόδοση στον προσφεύγοντα του παραβόλου που κατέβαλε (άρθρο 277 παρ. 9 του Κ..Διοικ.Δικ.).



1237/2020 ΔιοικΠρωτ. Θεσσαλονίκης: Δικαίωση χήρας αποβιώσαντος συνταξιούχου χωρίς να καλύπτεται η 5ετία του γάμου.

Δικηγόρος ενάγουσας / σύνταξη προσφυγής / σύνταξη υπομνήματος: Σ.Μαυρίδης (ΔΣΘ).

1237/2020 Διοικ. Πρωτ. Θεσσαλονίκης: Δικαίωση χήρας αποβιώσαντος συνταξιούχου χωρίς να καλύπτεται η 5ετία του γάμου